Κοτσιφάλι

Το Κοτσιφάλι θεωρείται η σπουδαιότερη ερυθρή ποικιλία του αμπελώνα της Κρήτης. Καλλιεργείται κυρίως στην κεντρική Κρήτη και σποραδικά στις Κυκλάδες. Κύριες αμπελουργικές περιοχές για το Κοτσιφάλι αλλά και το Μαντηλάρι είναι η ΠΟΠ Αρχάνες, η ΠΟΠ Πεζά και η ζώνη ΠΟΠ Χάνδακας Candia.

Το χρώμα του σταφυλιού είναι μαύρο και σε αυτό πιθανότατα οφείλεται το όνομα του, αφού μοιάζει με το κατάμαυρο κοτσύφι ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, το κοτσύφι δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στα σταφύλια αυτής της ποικιλίας.

Κατά την αναμπέλωση, λόγω της εισβολής της φυλλοξήρας στη δεκαετία του 1970, αυξήθηκαν σημαντικά οι καλλιεργούμενες εκτάσεις (σήμερα περί τα 14.000 στρέμματα). Είναι ο τυπικός εκπρόσωπος (μαζί με το Μαντηλάρι) των κρασιών ΟΠΑΠ του Νομού Ηρακλείου, με χαρακτηριστικό άρωμα το οποίο αποκτά μετά τη ζύμωση και κυρίως με την παλαίωση σε βαρέλι.

Είναι ποικιλία ζωηρή, παραγωγική, μεσοπρώιμη, με αντοχή στην ξηρασία και στον άνεμο και αξιοποιεί καλά τα φτωχά εδάφη. Αρχίζει να ωριμάζει το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου με πλήρη ωρίμανση το τρίτο δεκαήμερο του Αυγούστου – πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη. Το σταφύλι είναι μέτριο, κωνικό ή κυλινδρικό, με πυκνές ισομεγέθεις αλλά κάποιες φορές ανόμοιου χρώματος ρόγες (ενίοτε πράσινες). Η ρόγα είναι μικρή έως μέτρια, σχεδόν ελλειψοειδής με φλοιό μέτριου πάχους και σάρκα μαλακή, άχρωμη, γλυκιά, με χαρακτηριστική γεύση.